Hint! Μπορείς να ανεβάζεις την άποψή σου, αφού πρώτα γίνεις μέλος της παρέας μας εδώ. Είσαι μέσα, λοιπόν;


Απόσπασμα

«Για όσους μιλούσαν αιγλωικά, «Έθνη της Ρομφαίας» ήταν οι λαοί οι οποίοι χρησιμοποιούσαν ως κύριο όπλο το σπαθί, πράγμα που υπονοούσε αταξία στη μάχη, κυριαρχία της ατομικής πρωτοβουλίας. Και του μύθου περί ανδρείας τον οποίο διατηρεί κάθε φυλή βαρβάρων για τον εαυτό της, αυτόν που την κάνει να νιώθει ανώτερη από κάθε άλλο λαό, προορισμένη από τους θεούς να υποδουλώνει και να λεηλατεί τους αδύναμους. Η ωμή αλήθεια ήταν πως αυτή την ανδρεία την επεδείκνυαν οι βάρβαροι σκλαβώνοντας αμάχους, δολοφονώντας χωρικούς που υπερασπίζονταν με δικράνια το βιος τους και εξοντώνοντας μονοψήφιους αριθμούς στρατιωτών σε ενέδρες.

Τα πολιτισμένα και ημιπολιτισμένα έθνη προτιμούσαν τον στρατιώτη από τον πολεμιστή. Στο σκεπτικό τους, η μάχη συνδεόταν με τις αλλεπάλληλες σειρές λογχοφόρων οι οποίοι, αν και λιγότερο σκληραγωγημένοι από τους βαρβάρους, έσπαγαν στο τέλος σαν κυματοθραύστης την ορμή των επιδρομέων και αποδείκνυαν την ανωτερότητα της σύμπνοιας απέναντι στη θρασυδειλία. Όχι ότι οι στρατιώτες δεν κουβαλούσαν και ξίφη στη ζώνη τους, μα τα προόριζαν για τις στιγμές που η παράταξη διαρρηγνυόταν κι ήταν αδύνατο να χρησιμοποιήσουν τα δόρατά τους. Δηλαδή, για τους πολιτισμένους τα σπαθιά ήταν όπλα απελπισίας κι όχι αξίας.

Μετά από μια ολόκληρη ζωή στο πλαίσιο του πολέμου, ο Αργυρός έβρισκε εξαιρετικά ακριβή και προσγειωμένο τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονταν το συγκεκριμένο θέμα οι φιλειρηνικοί Αιγλωείς». 

Κοράκι σε άλικο φόντο
Συγγραφέας: Ελευθέριος Κεραμίδας
Σχεδιασμός Εξωφύλλου: Γιώργος Ναζλής
Ηλικία:14+
Λέξεις κλειδιά: Φαντασίας, Υπερφυσικά στοιχεία, μάχες, Ίντριγκες, Έπος
ISBN:9789601636061 , Σελίδες:568 , ΒΚΜ:07606
Διάβασε απόσπασμα από το βιβλίο: pdf

Περίληψη

Για όλα τα έθνη βόρεια του Ωκεανού, το Βασίλειο των Αιγλωέων είναι συνώνυμο με τον πολιτισμό και τον πλούτο, με την πολιτική και στρατιωτική ισχύ. Μια θρησκευτική έριδα, όμως, ξεσκεπάζει την παρακμή στην οποία έχει περιέλθει, δίνοντας πρόσφορο έδαφος στους εχθρούς που καραδοκούν. Προδοσίες και ραδιουργίες, ασταμάτητες στρατιές, βλάσφημα ξόρκια, στοιχειά και τέρατα απειλούν να διαμελίσουν τη χώρα. Μέσα σ’ όλα αυτά, ένα κρύο χειμωνιάτικο βράδυ οι μοίρες τριών αντρών αρχίζουν να συγκλίνουν. 

Ένας λαβωμένος μοναχός, ντυμένος σαν πολεμιστής, παραδίδει ένα μωρό στους αδελφούς του πριν ξεψυχήσει. Ένας βάρβαρος πρίγκιπας επαναστατεί ενάντια στα σκοτεινά σχέδια του μάγου πατέρα του. Το δεξί χέρι του Αυτοκράτορα, ο Σεβαστιανός, συνωμοτεί για να κληρονομήσει ο δικός του γιος τον θρόνο.

Το παιδί μεγαλώνει στη μονή, δίχως να ξέρει ποια είναι η πραγματική ενασχόληση των καλόγερων. Του δίνουν εξαιρετική μόρφωση, τον διδάσκουν να είναι ευσεβής, αλλά του κρύβουν πόσο διαφέρει ο έξω κόσμος από τις ηθικές επιταγές του θεού τους. Τον έχουν ονομάσει Φιλάρετο, γιατί έχουν βάσιμες υποψίες ότι ίσως να μην είναι η αρετή ο προορισμός του. Δεν του αποκαλύπτουν, όμως, την πραγματική του φύση, τι μπορεί να κάνει που οι συνηθισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν, τι μπορεί να πάθει από το οποίο οι άλλοι δεν κινδυνεύουν. Μυστηριώδεις και μοχθηρές δυνάμεις φροντίζουν να του δείξουν μέρος της αλήθειας και να τον αναγκάσουν να φύγει από τη μονή. Συγκλονισμένος από την έκταση, αλλά και την ισχύ των πειρασμών που συναντά, νιώθει χαμένος. Μια οργάνωση που αυτοαποκαλείται «Οι Γιοι της Στάχτης», τον εντοπίζει και τον στρατολογεί. Η πρώτη αποστολή που του αναθέτει είναι η εξόντωση ενός από τους δυνατότερους δράκοντες στην Πλάση, κοντά σε ένα μέρος που λέγεται Χαρεόπολη.

Ο Σεβαστιανός, γερασμένος πια και τσακισμένος από τις συνέπειες των πράξεών του, θέλει να σώσει τους συμπατριώτες του από το χείλος της καταστροφής όπου τους έχουν φέρει οι δικές του μηχανορραφίες κι εκείνες των ανταγωνιστών του. Όταν οι αιρετικοί Αγνοί προσπαθούν να ανεξαρτητοποιήσουν την επαρχία της Χαρεόπολης που είναι η έδρα τους, ο αυτοκράτορας στέλνει ξένους μισθοφόρους να τους σφαγιάσουν, μόνο που αυτοί έχουν δικά τους σχέδια κι οι πράξεις τους ανοίγουν την όρεξη των εχθρικών γειτόνων που ψάχνουν αφορμή για να σπάσουν τη συνθήκη ειρήνης με τους Αιγλωείς.

Ο βάρβαρος πρίγκιπας, μετά από μια ζωή γεμάτη μάχες, έχει καταλήξει στην ίδια εύκρατη, πλούσια, πολιτισμένη χώρα όπου ζουν ο Φιλάρετος κι ο Σεβαστιανός. Χρησιμοποιεί πια το όνομα Αργυρός. Μόνος και προδομένος από τους συντρόφους του που καταλαμβάνουν τη Χαρεόπολη, έχει μόνο μία διέξοδο: να αποκαλύψει πως είναι απαράμιλλος μαχητής και στρατηγός, να εξοντώσει τους παλιούς του συμπολεμιστές και να αποσοβήσει την κρίση το συντομότερο δυνατόν, όσο αιματηρές ενέργειες κι αν απαιτεί αυτό. 

Ο Φιλάρετος, ο Αργυρός κι ο Σεβαστιανός συναντιούνται στη Χαρεόπολη ή στις συνεδριάσεις όπου αποφασίζεται η μοίρα της. Στρατιές συγκρούονται, ραδιουργίες εξυφαίνονται, τέρατα έχουν στήσει τον δικό τους μυστικό πόλεμο στις σκιές. Οι τρεις άντρες δεν έχουν συναντηθεί ποτέ. Αγνοώντας το κοινό πεπρωμένο τους και τη μεγάλη σημασία που έχουν οι πράξεις τους, πασχίζουν ο καθένας γι’ αυτό που θεωρεί σωστό. Αν έστω κι ένας τους αποτύχει, οι νίκες των άλλων δε θα έχουν νόημα κι οι συνέπειες για το βασίλειο θα είναι ανυπολόγιστες.

Ο Συγγραφέας αποκαλύπτει

ο συγγραφέας αποκαλύπτει

Τι σας οδήγησε στη συγγραφή του «Κορακιού»;
Το πρώτο και βασικό μου κίνητρο ήταν αυτό που πιστεύω ότι πρέπει να ακολουθεί κάθε συγγραφέας: έγραψα ένα βιβλίο που θα ήθελα να διαβάσω ο ίδιος, αλλά δεν υπήρχε. Ήταν η συγγραφική μου ωρίμανση, η απόφαση να γράψω πια κάτι μεγάλο, να αναλύσω την πλοκή σε όσο βάθος χρειαζόταν και να μην αφήσω το κείμενο μισοτελειωμένο, όσο μεγάλο κι αν έβγαινε. Θέλησα να συνδυάσω σ’ αυτό όλα μου τα ενδιαφέροντα: τη φανταστική λογοτεχνία, την Ιστορία, τη μυθολογία, τους μεταμοντερνικούς πειραματισμούς με τη δομή του κειμένου. Είχα βρει πλέον κάτι να πω, ήξερα και πώς ήθελα να γράψω. Ή, για να είμαι ακριβής, ήξερα πώς δεν ήθελα να γράψω, ποια πράγματα με ενοχλούσαν σε πολλά βιβλία φαντασίας που διάβαζα: η τυποποίηση, η σαθρή κοσμοπλασία, η ξενομανία, οι ευκολίες στην πλοκή, η ύπαρξη ανούσιων κομπάρσων, οι χαρακτήρες-μαριονέτες του συγγραφέα. Ξεκίνησα να δουλεύω αποφασισμένος να βρω τρόπους για να τα αποφύγω αυτά. Μια πολύ σημαντική κατευθυντήρια γραμμή μού έδωσε ένας φίλος συγγραφέας που μου είπε: «μια ρεαλιστική περιγραφή πολέμου δε θα είχε έναν ήρωα ή μια ομάδα ηρώων, θα ήταν σαν την Ιστορία του 1821, με πολλούς ανεξάρτητους χαρακτήρες να μπαινοβγαίνουν στο προσκήνιο, να σκοτώνονται, να κοιτάνε την πάρτη τους –όποια κίνητρα κι αν υποδύονται ή τους αποδίδονται–, πότε να βοηθάνε την πλευρά τους με θριάμβους και πότε να τα κάνουν μαντάρα για όλους».

 

Μιλήστε μας για τους ήρωές σας.
Είναι άνθρωποι πιεσμένοι από τις συγκυρίες, αντιμέτωποι με δύσκολα διλήμματα, αναγκασμένοι κάποιες φορές να πράξουν αντίθετα με την προσωπική τους ηθική. Είναι αρκετά ευφυείς για να αντιληφθούν την πλήρη έκταση των συνεπειών κάθε απόφασής τους. Και αρκετά προσγειωμένοι ώστε να αναρωτιούνται τι θα μπορούσαν οι ίδιοι να έχουν κάνει καλύτερα, αντί να χρεώνουν τις αποτυχίες τους στην κακή τύχη ή σε τρίτους. Δε μου αρέσουν οι χαρακτήρες που εκβιάζουν τη συμπάθεια του αναγνώστη, αυτοί που έχουν πάντα δίκιο και ποτέ δε φταίνε για τίποτε.

 

Στο μυθιστόρημά σας διαφαίνεται μια σημαντική και επίπονη έρευνα σχετικά με τα ονόματα των ηρώων, των τόπων. Μιλήστε μας γι’ αυτό.
Ποτέ δε μου κάθισε καλά η χρήση άκλιτων ονομάτων μέσα σε ελληνικό κείμενο, αν και αποτελεί παράδοση στο φάνταζι. Ο μυστηριώδης Ελμάριαλ, του μυστηριώδους Ελμάριαλ; Γιατί να κλίνεται μόνο το επίθετο κι όχι το ουσιαστικό; Κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να λύσω το θέμα με μια απλή κατάληξη, π.χ. Ελμάριος ή Ελμαριάλος, αντί για Ελμάριαλ. Αλλά και πάλι θα είχα ένα σύνολο από συλλαβές, εύηχο ίσως, που δε θα σήμαινε τίποτα. Τελικά, η ουσία δεν είναι ότι λες μια ιστορία για έναν φανταστικό κόσμο, στον οποίο κάποιος μπορεί πράγματι να λέγεται «Χρουμφ», όσο ότι έχεις ξεκινήσει να πεις μια ιστορία στα ελληνικά, σε μια γλώσσα στην οποία κάθε όνομα σημαίνει κάτι, έστω κι αν το ξεχνάμε συνήθως. Ειρήνη. Νικόλαος. Ελευθέριος. Δεν είναι μια σειρά από τυχαίες συλλαβές.
Κάθισα, λοιπόν, και έψαξα. Δε φαντάζεστε πόσα μαθαίνει κανείς από το ευρετήριο κυρίων ονομάτων ή τοπωνυμίων ενός βιβλίου. Είδα πώς συνέθεταν οι Έλληνες ονόματα, τις εποχές που ακόμη δημιουργούσαν νέα για τα παιδιά τους. Δεν είναι καμία επιστήμη, αλλά πρέπει να έχεις ασχοληθεί με ετυμολογία. Όπου δεν καταλάβαινα μια ρίζα ή ένα συνθετικό, άνοιγα λεξικά και εγκυκλοπαίδειες, έψαχνα στο δίκτυο. Τώρα πλέον, μου είναι εύκολο να παράγω ονόματα που να ταιριάζουν στην περίσταση. Έτσι προέκυψαν ο Πολυνέφων κι ο Ομβρικλής, ο ποταμός Σπείρων κι η νήσος Αργιλούσσα, το Καλόπωρο δάσος και αυτοκράτορας Μελίρρυτος. Στους ανθρώπους είναι σημαντικό να έχει υπόψη του ο συγγραφέας αν το όνομα το επέλεξαν μόνοι τους ως ενήλικες –οπότε δείχνει την εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους– ή είναι το βαφτιστικό τους – οπότε εκφράζει τις τότε ελπίδες/προσδοκίες των γονιών τους.
Πάντως, δε θα την έλεγα επίπονη τη διαδικασία, δεν ξόδευα λιγότερο χρόνο για να πλάθω εύηχα ονόματα πριν την ανακαλύψω, απλά δε με ικανοποιούσε τόσο το αποτέλεσμα. Και διασκεδάζω ιδιαίτερα όταν εφαρμόζω την παλαιότερη συνήθεια τα ξένα ονόματα να «προσαρμόζονται» στην ελληνική προφορά και γραμματική, όπως ο Χσαγιάρσα που τον μαθαίνουμε Ξέρξη κι ο Ριχάρδος που πραγματικά λεγόταν Ρίτσαρντ. Εγώ έχω, ας πούμε, έναν Αμπνταρατζάνα που είναι γνωστός ως Αβδαραζάνης.

 

Ένα από τα στοιχεία που κάνουν το μυθιστόρημά σας να ξεχωρίζει είναι η σύνδεσή του με κάποια μορφή ελληνικότητας καθώς, αφενός μεν, δε χρησιμοποιείτε τους γνωστούς κώδικες των αντίστοιχων βρετανικών, κυρίως, μυθιστορημάτων και, αφετέρου, επιδιώκετε μια σύνδεση με τον ελληνικό Μεσαίωνα. Μιλήστε μας λίγο παραπάνω γι’ αυτό.
Ξεκίνησα λίγο ιδιοτελώς, σκεπτόμενος ότι οι συνήθεις κελτικοί ή γερμανικοί μύθοι πάνω στους οποίους γράφονται τα μυθιστορήματα φάνταζι είναι ένα πεδίο στο οποίο δεν μπορώ να συναγωνιστώ τους ξένους. Έχουν διαβάσει πολύ περισσότερα στο αντικείμενο, είναι μέρος του πολιτισμού και της καθημερινότητάς τους. Οπότε είπα να δω τι λέει κι ο δικός μας Μεσαίωνας, μήπως πάρω τίποτε από εκεί.
Τελικά, όχι μόνο βρήκα πλούσιο υλικό, εντελώς ανεκμετάλλευτο, που μπορούσε να εμπνεύσει εκατοντάδες βιβλία, αλλά ένιωσα και ανετότερα. Δηλαδή, είδα αξίες και σκεπτικά που με συγκινούσαν περισσότερο από π.χ. εκείνα των σκανδιναβικών σάγκα. Αν κατά βάθος είναι θέμα φύσης ή ανατροφής, δε νομίζω πως έχει σημασία. Ξέρω τι είναι το berserkergang αλλά μπορώ να το εξηγήσω μόνο περιφραστικά. Όπως κι ένας ξένος δεν είναι ανίκανος να καταλάβει το δικό μας «φιλότιμο», όμως δε θα βρει ακριβή μετάφραση στη γλώσσα του. Είμαι Έλληνας και γράφω στα ελληνικά για αναγνώστες που ζουν στην Ελλάδα. Όχι μόνο γι’ αυτούς, αλλά πρώτα γι’ αυτούς. Αν κάποιος Έλληνας μαγεύεται από, ας πούμε, τα Pixies της Κορνουάλης και οι δικές μας ασπροφορούσες νεράιδες δεν του λένε τίποτα, λογικά δε θα τον αγγίξει η αισθητική του Κορακιού. Δε νομίζω πως θα φταίω εγώ, όμως.
Η λέξη «Μεσαίωνας» έχει αρνητική χροιά για τους περισσότερους, η λέξη «Βυζάντιο» ακόμη χειρότερη για πολλούς. Μα δε γράφω ιστορικό μυθιστόρημα. Κρατάω την κρατική μηχανή, την ανυπαρξία τάξης ευγενών, τα λαϊκά παραμύθια που είναι οι ρίζες της νεότερης λαογραφίας μπολιασμένες με ψήγματα αρχαίων μύθων, τα πράγματα που ακόμη είναι ορισμός της μεσογειακής ταυτότητας. Γενικά, οτιδήποτε βρίσκω ενδιαφέρον και γόνιμο. Ό,τι δε μου αρέσει ή δεν ξέρω τι να το κάνω φεύγει. Αν το μέσο αγγλοσαξονικό βιβλίο του είδους είναι «ψευδομεσαιωνικό», το δικό μου είναι «ψευδοβυζαντινό» με τον ίδιο τρόπο. Με τους ψευδο-Σλάβους και τους ψευδο-Πέρσες του, τα φαντασιακά αντίστοιχα των λαών που είχαν μακροχρόνια και βαθιά πολιτισμική αλληλεπίδραση με τους προγόνους μας.
Τώρα, όσον αφορά τους κώδικες του είδους, οι Άρχοντες του Κακού με τις μαύρες γυαλιστερές πανοπλίες και τα σχέδια για κατάκτηση όλου του κόσμου είναι αυτό με το οποίο μεγάλωσα και ψυχαγωγούμαι ακόμη. Αν δεν υπήρχαν, δε θα υπήρχε και το Κοράκι μάλλον. Αλλά δεν τους βρίσκει κανείς στον κόσμο μας και το Κακό δυστυχώς δε μας είναι άγνωστο. Απλά υπαίτιος είναι ο γείτονας, εσύ κι εγώ. Αυτό ήταν ένα θέμα που ήθελα να αγγίξω στο βιβλίο. Και ενώ διασκεδάζω να διαβάζω ή να γράφω για την αταίριαστη ομάδα που πρέπει να συνεργαστεί για να επιτύχει, δεν πιστεύω με τίποτα πως εννιά άτομα μπορούν να σώσουν τον κόσμο με την εκτέλεση μιας δύσκολης αποστολής, οπότε κι αυτή λείπει από το Κοράκι. Φυλές όπως νάνοι και ξωτικά εισάγουν προβλήματα αληθοφάνειας που η λύση τους απαιτεί κόπο τον οποίο σ’ αυτό το βιβλίο ήθελα να τον αφιερώσω αλλού.

 

Κι η σχέση σας με τα βιβλία φανταστικής λογοτεχνίας; Σε ποιο παρακλάδι της θα κατατάσσατε τον εαυτό σας;
Η αλήθεια είναι ότι από λογοτεχνία διαβάζω κυρίως φαντασίας, εδώ και χρόνια. Πρωτίστως φάνταζι, δευτερευόντως τρόμο και λιγότερο επιστημονική φαντασία. Νομίζω ότι φαίνονται λίγο τα ενδιαφέροντά μου στο βιβλίο, π.χ. ο τρόμος όταν περιγράφω ένα τέρας. Αλλά κατά βάση γράφω φάνταζι. Λίγο δύσκολο να προσδιορίσω το υποείδος, καθώς επέλεξα τους τρεις βασικούς χαρακτήρες μου για να έχω και κατορθώματα μικρών ομάδων ηρώων και μάχες μεγάλης κλίμακας και πολιτικά παρασκήνια, με τους δευτεραγωνιστές να επιτρέπουν ματιές σε άλλες όψεις των γεγονότων. Νομίζω ότι ανήκω σε μια τάση η οποία δεν έχει ονομαστεί ακόμη. Ξεκινάει με τον Φρανκ Χέρμπερτ και σημαντικοί σύγχρονοι εκπρόσωποί της είναι ο R. Scott Bakker και ο Paul Kearney. Επιλέγουμε να γράψουμε έχοντας μελετήσει και κατανοήσει πρώτα. Για τις φανταστικές μας κοινωνίες και καταστάσεις, το να «στέκουν» (να είναι εφικτές, βιώσιμες κτλ.) είναι το ίδιο σημαντικό με το να μπορούν να εντυπωσιάσουν ή να ψυχαγωγήσουν. Διαβάζουμε Ιστορία και παίρνουμε από αυτήν υλικά για να χτίσουμε. Όχι επειδή θέλουμε το έργο μας να έχει οπωσδήποτε ψευδο-Ρωμαίους και ψευδο-Έλληνες και ψευδο-Μογγόλους, ανάλογα με τις εμμονές μας, ή επειδή είμαστε ανίκανοι να σκεφτούμε μόνοι μας κάτι. Αλλά γιατί θέλουμε να γράψουμε για μια προβιομηχανική εποχή και στην Ιστορία βρίσκουμε τρόπους επιβίωσης/διακυβέρνησης για κάθε είδος κοινωνίας (νομαδική, επεκτατική, αγροτική κτλ.), οι οποίοι δοκιμάστηκαν στην πράξη με επιτυχία ή αποτυχία.

Σχόλια

Διάβασα το Κοράκι και πρέπει να σας πω ότι εντυπωσιάστηκα. Πολύ καλό βιβλίον επικής φαντασίας, δουλεμένο από την αρχή ως το τέλος, με συναρπαστική πλοκή αν και πρέπει να προσέχεις συνέχεια μη σου ξεφύγει κανένας ήρωας. Πότε θα βγει η συνέχεια; Υ.Γ.1 Μου έκαναν δώρο την τελευταία διαθήκη του Σμου κι άρχισα να τη διαβάζω. Θα έχετε νεώτερά μου. ΥΓ.2 δείτε το μπλογκ του Κορακιού!