Hint! Μπορείς να ανεβάζεις την άποψή σου, αφού πρώτα γίνεις μέλος της παρέας μας εδώ. Είσαι μέσα, λοιπόν;


Απόσπασμα

«Το Χρονικό της Αλάστρας.

Αν θέλεις να αγναντέψεις το κάστρο της Αλάστρας, καλύτερο μέρος από το λημέρι της Στρίγκλας δε θα βρεις. Όμως πρόσεχε! Θα πρέπει να το λέει η καρδιά σου για να ανεβείς εκεί πάνω. Γιατί μπορεί η Στρίγκλα της Αλάστρας να είναι πια πεθαμένη, δε συμβαίνει όμως το ίδιο με τη Φρυττώ, τη θυγατέρα της. Ετούτη  –το ψιθυρίζουν οι γέροντες στα καπηλειά– τα βράδια ξεμυτά από το λαγούμι της, στριγκλίζει ύμνους στη Σελήνη και καταριέται τη γενιά του Λάθυρου, του ιππότη. Ο Λάθυρος ήταν, βλέπετε, που γράπωσε τη μάνα της και την έσυρε στο κάστρο και την πέταξε δεμένη στα πόδια του βασιλιά Μακρυγένη. Και ο βασιλιάς πρόσταξε να της κόψουν πέρα ως πέρα το κεφάλι, αφού όμως πρώτα τη στραγγαλίσουν με αγιασμένο κομποσκοίνι. Γιατί, όλοι οι Αλαστρινοί το γνωρίζουν, μονάχα έτσι πείθεται μια στρίγκλα να ξαγκιστρώσει τα νύχια της από τούτον εδώ τον κόσμο και να πάρει τη στράτα για τον Άδη».

 

Ο χορός της βροχής δυνάμωσε στη στέγη και μια πηχτή σκοτεινιά, λες και ήταν νύχτα, τρύπωσε από το παράθυρο του παλιού σπιτιού. Η Βικτώρια μισόκλεισε το βιβλίο και στράφηκε στον αδερφό της.

«Φοβιστικό μου φαίνεται...» ψιθύρισε. 

«Φοβιστικό ξεφοβιστικό, θα το διαβάσουμε!» είπε εκείνος. «Εσύ επέμενες, άλλωστε».

 Κάπου μέσα στο δάσος έπεσε ένας κεραυνός. Η βροντή ακούστηκε να κυλάει σαν γιγάντιο βαρέλι μακριά.

«Ένα συνηθισμένο βιβλίο είναι» είπε πιο ήρεμα τώρα ο Χρήστος. «Δε συμβαίνουν στ’ αλήθεια αυτά που γράφει! Μόνο διάβαζε λίγο πιο σιγανά. Να μην ξυπνήσει η γριά και μας ακούσει».

 Στη σκέψη της Κυβέλης Παρωρίτη, της όχι και τόσο αγαπημένης τους προγιαγιάς, η Βικτώρια ένιωσε μια κρυάδα να διατρέχει το κορμί της.

  Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και αν η γυναίκα αυτή ήταν μια αγία –κάτι πάντως που η εξωτερική της εμφάνιση δεν άφηνε να εννοηθεί– θα ήταν αδύνατο τα δισέγγονά της να την είχαν κιόλας αγαπήσει. Βρίσκονταν στο σπίτι της σαράντα οχτώ μόλις ώρες, ενώ τα προηγούμενα χρόνια της ζωής τους όχι μόνο δεν την είχαν συναντήσει, μα αγνοούσαν και την ύπαρξή της ακόμη.

Πώς λοιπόν βρέθηκαν στο σκιερό της σπίτι να διαβάζουν στα κρυφά ένα παράξενο βιβλίο; Να μια καλή ερώτηση! Η απάντηση, όμως, όσο και να τη στριμώξουμε, δε χωρά σε αυτήν εδώ τη σελίδα. Ας γυρίσουμε λοιπόν στην επόμενη και, με την ευκαιρία, ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Αλάστρα-Το βιβλίο των δύο κόσμων
Συγγραφέας: Γιώργος Κ. Παναγιωτάκης
Σχεδιασμός Εξωφύλλου: Μιχάλης Διαλυνάς
Ηλικία:11+
Λέξεις κλειδιά: Χιούμορ, φανταστικοί κόσμοι, πόλεμος καλού-κακού, μοίρα, Μαγικά όντα, ανατροπές
ISBN:9789601662183 , Σελίδες:336 , ΒΚΜ:10218
Διάβασε απόσπασμα από το βιβλίο: pdf

Περίληψη

Όταν η Βικτώρια και ο Χρήστος μαθαίνουν ότι θα περάσουν μια ολόκληρη εβδομάδα από τις διακοπές τους στο σπίτι της προγιαγιάς τους, δε χαίρονται καθόλου. Και αυτό γιατί: α) το σπίτι βρίσκεται στη μέση ενός μακρινού σκοτεινού δάσους, β) η προγιαγιά τους είναι κακότροπη και τρομακτική και γ) μέχρι τότε δε γνώριζαν καν ότι είχαν προγιαγιά!

Σύντομα, θα ανακαλύψουν κι άλλους λόγους για να ανησυχούν. Για παράδειγμα, μέσα στο σπίτι υπάρχει ένα απαγορευμένο βιβλίο που μοιάζει να γράφεται μόνο του κάθε βράδυ. Οι ήρωες αυτού του βιβλίου έχουν πολλές ομοιότητες με τον Χρήστο και τη Βικτώρια. Με τη διαφορά πως ζουν σε έναν παράξενο, μυθικό κόσμο, όπου μόλις έχει ξεσπάσει ένας φοβερός πόλεμος ανάμεσα στους ανθρώπους και στις τρεις φυλές των στοιχειών  – τα πλάσματα του Δάσους, της Θάλασσας και του Κάτω Κόσμου.

Άραγε, πού οδηγεί το πηγάδι σε σχήμα κλειδαρότρυπας που βρίσκεται έξω από το σπίτι; Ποια είναι η πραγματική ταυτότητα της προγιαγιάς τους και ποια η αποστολή της; Και το σημαντικότερο: Γίνεται κάποιος να μπει σε ένα βιβλίο ή να αλλάξει θέση με τα πρόσωπα που ζουν και αναπνέουν στις σελίδες του; 

Μια συναρπαστική περιπέτεια που διαδραματίζεται σε δύο αντικριστούς κόσμους. Δυο κόσμους  με τα δικά τους μαγικά πλάσματα, τα δικά τους προβλήματα και τους δικούς τους αγώνες που πρέπει να δοθούν.      

Κριτικές

Γραφή ολοζώντανη που σε παρασέρνει στον φανταστικό κόσμο της Αλάστρας από τις πρώτες σελίδες, και αριστοτεχνικά δεμένη πλοκή που σε κρατάει πάντα σε εγρήγορση και σε κάνει να κρέμεσαι από τα χείλη των ηρώων, ανυπομονώντας για τις αντιδράσεις, τις αποφάσεις, τις κρίσεις τους. Το μυθιστορηματικό σύμπαν του Βιβλίου των δύο κόσμων είναι ένα εκπληκτικό σύμπαν φαντασίας, όμως ταυτόχρονα νιώθει κανείς πως είναι κι ένα ταξίδι μύησης, η μαγική πορεία δύο παιδιών προς την αυτογνωσία.

Ο Χρήστος και η Βικτώρια είναι δυο δίδυμα αδέρφια που περνούν τις βαρετές καλοκαιρινές τους διακοπές στο μεγάλο τους σπίτι στον Πράσινο Λόφο, μπροστά από την «τεράστια μα λεπτή σαν ριζόχαρτο οθόνη της τηλεόρασης». Κάποια μέρα θα ξαφνιαστούν μαθαίνοντας ότι έχουν μια προγιαγιά, την Κυβέλη Παρορίτη, η οποία ζητά να φιλοξενηθούν στο σπίτι της για μία εβδομάδα. Ως αντάλλαγμα, εκείνη θα τους κληροδοτήσει το σπίτι της. Οι γονείς των δυο παιδιών δε χρειάζονται καλύτερο επιχείρημα: «φορτώνουν» τα παιδιά στο «ογκώδες τζιπ» κι ακολουθούν κατά γράμμα τις οδηγίες της προγιαγιάς.

Το ταξίδι της μύησης ξεκινά από τη Μουντή Κοιλάδα, όπου τα παιδιά περιμένουν να έρθει να τα πάρει η προγιαγιά τους. Μυστήρια πράγματα αρχίζουν να συμβαίνουν. Πρώτα η  Βικτώρια και μετά ο Χρήστος χάνουν τα γυαλιά τους, ένας λύκος αρπάζει απ’ το μανίκι τη Βικτώρια και τη σέρνει σ’ ένα μονοπάτι με τον Χρήστο να ακολουθεί φοβισμένος, ενώ καθώς διασχίζουν το γεφυράκι που αφήνει πίσω τη Μουντή Κοιλάδα, το κινητό του Χρήστου χάνει το σήμα του. Η επαφή με το μέχρι πρότινος περιβάλλον τους έχει κοπεί, το πρώτο στάδιο της μύησης έχει ήδη αρχίσει.

Και κάπως έτσι ξεκινά το διπλό ταξίδι των παιδιών σε έναν άλλο κόσμο και, ουσιαστικά,  στον εαυτό τους. Ο Χρήστος και η Βικτώρια θα βρεθούν σε ένα αλλόκοτο σπίτι μαζί με μια αλλόκοτη γιαγιά, που τα φροντίζει μεν αλλά ο τρόπος της φροντίδας της είναι εντελώς ξένος για τα δυο αδέρφια. Κι ενώ θα προσπαθήσουν να φύγουν, φτάνει μια στιγμή που όχι μόνο δε σκέφτονται πια την αναχώρησή τους, αλλά από δική τους επιλογή μπαίνουν όλο και πιο βαθιά στον κόσμο της Κυβέλης Παρορίτη: στον κόσμο της Αλάστρας.

Ένα βιβλίο που η προγιαγιά έχει ρητά απαγορέψει στα δυο παιδιά να διαβάσουν και που γράφεται μυστηριωδώς μόνο του κάθε βράδυ, θα αποκαλύψει στους «παραβάτες» Χρήστο και Βικτώρια έναν κόσμο μαγικών πλασμάτων της θάλασσας, του δάσους, του Κάτω Κόσμου αλλά και ανθρώπων. Στις σελίδες του ο Χρήστος και η Βικτώρια θα δουν την ισορροπία εκείνου του κόσμου διαταραγμένη, θα δουν φτώχεια, εγκλήματα, σφετερισμούς εξουσίας, δυστυχία. Και θα ταυτιστούν με δυο ήρωες, στην ηλικία τους, που αναγκάζονται να μπουν στους μεγαλύτερους κινδύνους για να σώσουν τη ζωή τη δική τους και των γονιών τους.

Μέχρι που, όταν ο Χρήστος και η Βικτώρια ακούν βήματα κοντά στο πηγάδι της προγιαγιάς καθώς για άλλη μια μέρα διαβάζουν κρυφά το βιβλίο, η ταύτιση θα πάψει να είναι απλώς αναγνωστική.

Ο Γ. Παναγιωτάκης είναι οπωσδήποτε τεχνίτης της αλληγορίας, διαθέτει εκείνο το βλέμμα που ζωντανεύει τον κόσμο ακριβώς επειδή διακρίνει την πολυπλοκότητά του και, τέλος, είναι προικισμένος με ένα μοναδικό ταλέντο στο ζύγι: σε καμία σελίδα του βιβλίου η θλίψη δεν γίνεται απελπισία για τον αναγνώστη, πουθενά ο ενθουσιασμός δεν παρασύρει σε σημείο λήθης, ενώ ταυτόχρονα η αγωνία για την τροπή που παίρνει η ιστορία διατηρείται και κορυφώνεται κατά τη διάρκεια όλου του μυθιστορήματος. Ο Γ. Παναγιωτάκης είναι από τους συγγραφείς που όταν διαβάσεις για πρώτη φορά ένα βιβλίο τους αναζητάς και τα προηγούμενα έργα τους – ενώ περιμένεις και τους μυθιστορηματικούς κόσμους που θα στήσουν στο μέλλον.»

Αντωνία Γουναροπούλου, επιμελήτρια

 

 

[…] Ο Γιώργος Παναγιωτάκης με την Αλάστρα φτιάχνει ένα μυθιστόρημα φαντασίας στο οποίο, παρά τις αναπόφευκτες –και συνειδητές– αναφορές στην παράδοση του είδους, πετυχαίνει να χτίσει έναν κόσμο ολόδικό του συνταιριάζοντας πολλά κι ετερόκλητα υλικά μέσα από έναν γόνιμο και ευφάνταστο συνδυασμό παραδόσεων: Έτσι, δίπλα στα ζωντανά δέντρα ή στο τελώνιο που τόσο έντονα θυμίζει Τόλκιν, έρχονται να προστεθούν στοιχεία από ένα σωρό μυθολογικές και ιστορικές παραδόσεις (αρχαίες όσο και μεσαιωνικές), και μάλιστα μεταπλασμένα με τρόπο συχνά ανατρεπτικό. […] Πέρα πάντως από την αναμφισβήτητη σημασία του πραγματολογικού και φαντασιακού υποστρώματος στο οποίο πατάει ο συγγραφέας, το μεγάλο στοίχημα ενός βιβλίου σαν την Αλάστρα είναι η ικανότητα διαχείρισης αυτού του σύνθετου υλικού με αφηγηματική αρτιότητα και ισορροπία. Κι αυτό επιτυγχάνεται, στο πρώτο τουλάχιστον μέρος, χάρη στον ισορροπημένο διάλογο της κεντρικής αφήγησης με τα εμβόλιμα αποσπάσματα του μυστηριώδους βιβλίου που γράφει η γιαγιά, συνεπικουρούμενο από τη σωστή δοσολογία περιγραφής και διαλόγου, δράσης και χιούμορ. Παράλληλα, ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο οι ιδιαίτερες ποιότητες των χαρακτήρων των δυο πρωταγωνιστών επηρεάζουν την εξέλιξη της πλοκής.

Κριτική της Ελένης Γεωργοστάθη στο miaforakienankairoimikrieleni.blogspot.gr

 

"Stop. Rewind. Στην μυστηριώδη Αλάστρα που δε γνωρίζει κανείς σε αυτόν τον κόσμο ως τότε. Ένα βιβλίο. Πας ποτέ διακοπές χωρίς βιβλίο; Η γιαγιά τους είχε απαγορεύσει κατηγορηματικά να διαβάσουν ένα βιβλίο που γραφόταν… μόνο του κάθε βράδυ. Μα οι πολλές ώρες που εξαφανιζόταν από το σπίτι, θα δώσουν στα παιδιά την ευκαιρία να το ανοίξουν. Κι ύστερα δειλά δειλά να το ξεφυλλίσουν. Κι λίγο μετά να αρχίσουν να το διαβάζουν. Και κατόπιν να αρχίσουν να βυθίζονται στις σελίδες, τους ήρωες, τον κόσμο του. Έναν κόσμο παράξενων πλασμάτων της θάλασσας, του Κάτω Κόσμου, ανθρώπινων μορφών και τοπίων ενός κόσμου τόσο διαφορετικού από τον δικό τους και συνάμα… για δες… τόσο ίδιο. Έναν κόσμο όπου μόλις έχει ξεσπάσει πόλεμος ανάμεσα στους ανθρώπους και στις τρεις φυλές των πλασμάτων, εκείνα του Δάσους, της Θάλασσας και του Κάτω Κόσμου.

Ο Χρήστος και η Βικτώρια μπαίνουν μέσα στην ιστορία. Από το παράξενο πηγάδι που μοιάζει με κλειδαρότρυπα κι ήταν κι αυτό στην απαγορευμένη λίστα της γιαγιάς. Οι κίνδυνοι είναι διαρκείς. Στον κόσμο της Αλάστρας θα συναντήσουν όλα όσα αγνοούσαν στο δικό τους κόσμο. Αδιαφορία, απληστία, προσπάθεια για επικράτηση και υπεροχή, συγκρούσεις εξουσίας, τρόμο και δυστυχία, ελπίδα και προσπάθεια για δικαιοσύνη. Και κάποια στιγμή, μια μαγική ώρα που καταλαβαίνεις ότι οι συμπτώσεις παραείναι πολλές, αντιλαμβάνονται ότι η Νίκη και ο Ίστρος, οι δύο νεαροί πρωταγωνιστές της ιστορίας, μοιάζουν υπεροβλικά στη Βικτώρια (=Νίκη) και στον Χρήστο (Χρ-Ίστ-ρ-ο), θα ταυτιστούν μαζί τους και θα μπουν μέσα στο βιβλίο. Τόσο μέσα που θα αμφιβάλλεις στιγμές στιγμές αν διαβάζεις την Αλάστρα του Γ. Παναγιωτάκη ή την Αλάστρα της γιαγιάς Κυβέλης Παρωρίτη.

Μυημένος στον κόσμο των εικόνων, του κινηματογράφου και των video games, ο συγγραφέας (άρτι βραβευθείς από τον Αναγνώστη για το βιβλίο του “Παράσταση για κλάματα”) Γιώργος Παναγιωτάκης συνθέτει ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα φαντασίας που καμαρώνει πάνω στα θεμέλια της αλληγορίας και των παράλληλων κόσμων. Η πλοκή και ο τρόπος που ο ένας κόσμος γαντζώνεται από τον άλλον, που οι ήρωες της Αλάστρας βγαίνουν σα σκιές πίσω από το περίγραμμα των δύο παιδιών αλλά και ο τρόπος που ένας μυθικός κόσμος αγκιστρώνεται στον δικό μας, τον πραγματικό ντε, είναι θα έλεγα σχεδόν δεξιοτεχνικός. Αυτό το σφιχταγγάλιασμα κόσμων, προσώπων, γεγονότων και βιβλίων διέπεται από μια θαυμαστή ταχύτητα που ενώ τη νιώθεις να σε τρέχει, δε σε αγχώνει, δε σε φορτώνει με στοιχεία που δε μπορείς να απορροφήσεις ως αναγνώστης αλλά – κι αυτό είναι θαρρώ ένα επίτευγμα του συγγραφέα- με μια θαυμαστή ισορροπία στην πλοκή, στην αγωνία (“και μετά τι θα γίνει;”), στην κουρύφωση, στη λύση. Εκτός από τα κινηματογραφικά και game πλάνα και περιγραφές (που φαίνονται ιδιαιτέρως μελετημένα), διέκρινα και μια διείσδυση στην ιδιαοσυγκρασία μεγάλου μέρους εκείνου του παράξενου πλάσματος που across the world το φωνάζουν έφηβο. "

Κριτική του Απόστολου Πάππου στο elniplex.com

Ο Συγγραφέας αποκαλύπτει

«Μακάρι να μπορούσα να ζήσω κι εγώ τέτοιες περιπέτειες» σκέφτεται κάποια στιγμή ο Χρήστος, ένας από τους βασικούς ήρωες του μυθιστορήματος, καθώς θυμάται όσα διάβασε στις σελίδες ενός βιβλίου. 

Η φράση αυτή περνά πολλές φορές και από το δικό μου μυαλό όταν αναπολώ ένα βιβλίο που μου άρεσε. Που με τράβηξε μέσα στον κόσμο του και με έκανε να ταυτιστώ με τους ήρωες και να συμμεριστώ τις αγωνίες τους. Όμως, κακά τα ψέματα. Ετούτη η ανάγκη για περιπέτεια, δράση και ταξίδια σε άγνωστους και επικίνδυνους τόπους είναι δύσκολο να ικανοποιηθεί στην πραγματική ζωή. Κάπως έτσι, δοκίμασα να κάνω κάτι άλλο. Να γράψω εγώ μια ιστορία που θα μπορούσε να συνεπάρει κάποιον και να τον κρατήσει καθηλωμένο στην πλοκή της. Μια ιστορία, δηλαδή, από εκείνες που μου αρέσει να διαβάζω.  

Ξεκίνησα, λοιπόν, να χτίζω στο μυαλό μου τον φανταστικό και αρκετά πολύπλοκο κόσμο της Αλάστρας. Να ανακαλύπτω τα πλάσματα που τον κατοικούν, τις δυνάμεις που τον εξουσιάζουν και τα προβλήματα που τον βαραίνουν. Στην πορεία κατάλαβα και κάτι άλλο. Πως ο κόσμος της Αλάστρας δεν ήταν παρά ένας αντικατοπτρισμός, μια αντανάκλαση του δικού μας κόσμου. Γιατί και αυτός, παρ’ ότι συχνά μοιάζει πεζός και ανάλατος, κρύβει μέσα του ομορφιά και μαγεία. Κρύβει και προβλήματα που για να τα λύσουμε πρέπει να εξοπλιστούμε με κουράγιο, εξυπνάδα και εντιμότητα.

Αυτό νομίζω ότι θα το αντιληφθούν και οι ήρωες του μυθιστορήματος – ο Χρήστος και η Βικτώρια, μα και οι αντανακλάσεις τους, ο Ίστρος και η Νίκη. Το βέβαιο είναι πως μαζί τους έζησα πολύ έντονες συγκινήσεις καθώς μπαινόβγαινα, άλλοτε φοβισμένος και άλλοτε γεμάτος θέληση και θάρρος, από τον έναν κόσμο στον άλλο. Ελπίζω κάτι ανάλογο να ζήσετε κι εσείς.

Καλώς ήρθατε λοιπόν στην Αλάστρα. Να είστε γενναίοι. 

 

Πώς έγραψα το πρώτο μου βιβλίο

Διαβάστε τη συνέντευξη στη LIFO: http://www.lifo.gr/team/bitsandpieces/41412   

 

Σχόλια

πολυ καλο!περιπετεια κ χιουμορ ταυτοχρονα!-εκανα κ το κουιζ κ πετυχε πολυ μεσα!
Μου άρεσε πάρα πολύ. Είναι εξωπραγματική ιστορία και γραμμένη με πολλή φαντασία.Έχω διαβάσει πολλά βιβλία, αυτό όμως ήταν ξεχωριστό και πρωτότυπο. Ελπίζω να εκδοθεί και δεύτερο! Το περιμένω με αγωνία.
πάρα πολύ ωραίο. Ένας συναρπαστικός κόσμος σε συγκινεί. Το διάβασα μέσα σε μία μέρα. Μακάρι να υπάρχει και δεύτερο μέρος!